GAUDI-ΜΙΑ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΙΔΙΟΦΥΙΑ
Ο Αντόνι Γκαουντί (Antoni Gaudí ή με το πλήρες του όνομα: Antoni Gaudí i Cornet) (25 Ιουνίου 1852 – 10 Ιουνίου 1926) ήταν σημαντικός Καταλανός αρχιτέκτονας της Αρ Νουβό. Γεννήθηκε στη Βαρκελώνη, όπου βρίσκονται και τα πιο σημαντικά έργα του, τα οποία ξεχωρίζουν για το σχεδιασμό τους.
Το τελευταίο και ένα από τα χαρακτηριστικά έργα του είναι η εκκλησία Σαγράδα φαμίλια, η οποία έμεινε ημιτελής λόγω του θανάτου του αρχιτέκτονα.
Τα έργα του Γκαουντί δίνουν ιδιαίτερο χαρακτήρα στη Βαρκελώνη και αποτελούν πόλους έλξης για τους τουρίστες, οι οποίοι τα επισκέπτονται। Χαρακτηριστική είναι μια από τις τεχνικές του Γκαουντί ο οποίος χρησιμοποιούσε κομμάτια από κεραμικά πλακίδια για να διακοσμήσει και να χρωματίσει κάποια από τα έργα του. Σήμερα πολλά από τα διακοσμητικά αναμνηστικά που πωλούνται στη Βαρκελώνη χρησιμοποιούν την τεχνική αυτή.
Είναι δύσκολο να υποθέσουμε τι θα μπορούσε να είχε κάνει ο Γκαουντί αν είχε στην διάθεσή του σύγχρονα υλικά όπως το οπλισμένο σκυρόδεμα। Μπορεί ακόμη να τα είχε απορρίψει। Είχε αρνηθεί να χρησιμοποιήσει τσιμέντο, για παράδειγμα, αν και αυτό το υλικό βρέθηκε στην διάθεσή του. Προτιμούσε να κτίζει τις κολόνες του με τούβλα. Αν και τα κατασκευάσματα φαίνονται μάλλον υπερβολικά και οι επιφάνειες πολυδάπανες καθώς αστράφτουν στον ήλιο της Μεσόγειου ο Γκαουντί προτιμούσε να χρησιμοποιεί καθημερινά υλικά και πάντα πήγαινε προς τα πίσω στην μεγάλη παράδοση που είχε η πόλη του η Βαρκελώνη στους τεχνίτες των κεραμικών και των σιδηρουργείων. “Θέλετε να μάθετε που αντλώ τα τις ιδέες μου” είπε κάποτε σε έναν επισκέπτη στο εργαστήριό του. “Ένα όρθιο δέντρο, διακλαδίζεται σε κλαδιά και αυτά με την σειρά τους σε μικρότερα κλαδάκια και αυτά με την σειρά τους στα φύλλα. Και κάθε ιδιαίτερο ξεχωριστό κομμάτι του δέντρου αναπτύσσεται αρμονικά, θαυμάσια όπως ο Θεός ο τεχνίτης το δημιούργησε.” Στην εκκλησία της Αγίας Οικογένειας ο Γκαουντί σχεδίασε ένα ‘δάσος’ από κολόνες που διακλαδίζονται σε πολλές διευθύνσεις.
Όταν ο Albert Schweitzer επισκέφτηκε την εκκλησία ο Γκαουντί του εξήγησε την προσέγγιση του στο οικοδόμημα αναφερόμενος στον κουρασμένο, αργοκίνητο γάιδαρο ο οποίος μεταφέρει την Αγία Οικογένεια στην Αίγυπτο: “Όταν έγινε γνωστό ότι έψαχνα για έναν γάιδαρο σαν μοντέλο για την φυγή στην Αίγυπτο μου έφεραν τον ομορφότερο γάιδαρο στην Βαρκελώνη. Αλλά δεν μπορούσα να τον χρησιμοποιήσω.” Τελικά βρήκε τον γάιδαρο που ζητούσε δεμένο στο όχημα μιας γυναίκας που πουλούσε υλικά καθαρισμού. “Το κεφάλι του κρέμονταν κάτω, σχεδόν ακουμπούσε στο έδαφος. Μετά από μεγάλη προσπάθεια έπεισα την γυναίκα να τον φέρει σε μένα. Τότε, αφού ο γάιδαρος είχε καλυφθεί, σπιθαμή προς σπιθαμή, με πηλό, άρχισε να κλαίει γιατί νόμισε ο γάιδαρος δεν θα επιζούσε. Αυτός ήταν ο γάιδαρος για την φυγή προς την Αίγυπτο και είναι εντυπωσιακός γιατί δεν είναι μια επινόηση αλλά πραγματικός.”
Η σχέση αυτή του Γκαουντί με την φύση είναι που τον διακρίνει από τους άλλους εκπροσώπους της Art Nouveau ρεύμα στο οποίο τον κατατάσσουν συνήθως. Η τάση για διακόσμηση στην Art Nouveau είναι βασισμένη σε φυσικές φόρμες αλλά παραμένει καθαρά διακοσμητική και πάνω από όλα καθαρά γραμμική. Για τον Γκαουντί η φύση αποτελείται από δυνάμεις που δουλεύουν κάτω από την επιφάνεια, η οποία μερικά είναι και η έκφραση αυτών των εσωτερικών δυνάμεων. Για παράδειγμα μελέτησε πως συμπεριφέρονται συμπλέγματα από πέτρες όταν βρεθούν κάτω από μεγάλη πίεση τοποθετώντας τις σε υδραυλική πρέσα. Οι πέτρες δεν θρυμματίσθηκαν ή δεν σχίστηκαν κατά την διεύθυνση από την κορυφή προς τον πάτο αλλά διογκώθηκαν στο μέσον, φαινόμενο που ο Γκαουντί πίστευε ότι γνώριζαν οι αρχαίοι Έλληνες που κατασκεύαζαν τις κολόνες τους λίγο παχύτερες στο μέσον.
Ο Γκαουντί ήταν ένας πραγματιστής. Σε αντίθεση με άλλους αρχιτέκτονες της εποχής του δεν εργαζόταν ποτέ στο σχεδιαστήριο. Ήταν πάντα παρών στον τόπο κατασκευής των έργων, συσκέπτονταν με τους εργαζόμενους, δοκιμάζοντας πρόχειρες κατασκευές, απορρίπτοντας ιδέες. Τα σχέδιά του έμοιαζαν με σκίτσα ιμπρεσιονιστών περισσότερο παρά με σχέδια αρχιτέκτονα.
Ο Γκαουντί πειραματίζονταν πριν κτίσει. Προετοιμάζοντας τα σχέδια για το παράτολμο τόξο στην εκκλησία Guell Colony επινόησε ένα μοντέλο από νήματα στα οποία κρέμασε μικρούς σάκους από άμμο που αντιστοιχούσαν στα βάρη που τα τόξα και οι κολόνες έπρεπε να στηρίζουν. Η εικόνα από την παραπάνω επινόηση αρκεί να ειδωθεί ανάποδα για να μας δώσει την εικόνα του πως θα πρέπει να είναι η τελική κατασκευή. Αυτή η μέθοδος δεν είναι ασυνήθιστη σήμερα δεκαετίες μετά το πρώτο πείραμα. Οι εργάτες συχνά ρωτούσαν πως ήταν δυνατόν να στηριχθούν αυτού του είδους οι κατασκευές!
Η δουλειά του Γκαουντί δεν θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει απομονωμένα στον σχεδιαστικό πάγκο. Αυτό έχει να κάνει εκτός των άλλων και με την ιδιαίτερη αίσθηση του Γκαουντί για τον χώρο. Η φιλοδοξία του ήταν να ξεφύγει από τους συμβατικούς τοίχους. Οι ιδέες του για τα σπίτια ήταν ότι αυτά είναι οργανικά σώματα που μπορούν και ζουν από μόνα τους.
Η πραγματιστική αυτή προσέγγιση του Γκαουντί είχε και αρνητικές επιπτώσεις. Δεν ήταν ποτέ ένας θεωρητικός της αρχιτεκτονικής και πάνω από όλα δεν δημιούργησε σχολή με την αυστηρή έννοια. Επίσης, με εξαίρεση κάποια έργα των πρώτων χρόνων, δεν άφησε γραπτά κείμενα. Τα περισσότερα κείμενα που αποδίδονται στον Γκαουντί βασίζονται σε διαδόσεις. Σύντομα, μετά τον θάνατό του, το στυλ του Γκαουντί πέρασε στο περιθώριο. Η σχολή Μπαουχάους, με το στυλ που βασίζεται στην λειτουργικότητα, αντέκρουσε τον Γκαουντί.