27 Ιουνίου 2015

Το ιδανικότερο μεταφορικό μέσο για πόλεις όπως τα Τρίκαλα.

Το ιδανικότερο μεταφορικό μέσο για πόλεις όπως τα Τρίκαλα.
Τα κουρσάκια .
Ποδήλατο έμαθε στην εποχή που κυκλοφορούσαν οι Ματρακάδες .
Η πόλη του , όντας με ιδανική γεομορφολογία ως ισόπεδη , βοηθούσε στην ποδηλατοκίνηση , άλλο αν δεν έγινε ποτέ και ποδηλατούπολη!!!
Οι δήμαρχοι που πέρασαν από τον Δήμο , από την μεταπολίτευση και μετά , δεν διέθεσαν σπιθαμή δημόσιου χώρου για το ποδήλατο . Ο δημόσιος δρόμος , βορά στο τετράτροχο . Ούτε πόντος για το δίτροχο .
Κάποιοι εξ αυτών μάλιστα ήταν τάχα και μέλη του Ευρωπαϊκού δικτύου για το ποδήλατο . Για να δείξουν την «ευαισθησία» τους αφιέρωναν την 22α Σεπτεμβρίου κάθε έτους σε «ημέρα ποδηλάτου» , αποκλείοντας το αυτοκίνητο από την κυκλοφορία της πόλης για μερικές μόνο ώρες και τις άλλες 364 μέρες του χρόνου αποκλείοντας το ποδήλατο .
Ήταν στην δεκαετία του 1960 . Κοντά στην πρώτη δεκαετία της ζωής του . Έμαθε πρώτα μεσοπεταλιά , δηλαδή με το ένα πόδι μέσα από το τρίγωνο του σκελετού του Ματρακά του πατέρα του , να πατάει στο απέναντι πεντάλ και το άλλο από την μεριά που κρέμονταν ολόκληρο το σώμα του , με τα χέρια στο τιμόνι . Μια μυστήρια εικόνα .
Το ποδήλατο αντί να κινείται με έναν ποδηλάτη καβάλα στην σέλα του , κινούνταν με έναν πιτσιρικά που έμοιαζε με χιμπατζή γαντζωμένο μονόπατα , στην μια πλευρά του ποδήλατου . Και η μεσοπεταλιά , ήταν γιατί τα πόδια του δεν ήταν ικανά από θέση και από φύση να ολοκληρώσουν τον κύκλο του μπροστινού δίσκου που μετέφερε την ενέργεια (με αλυσίδα) στο πίσω γρανάζι και αυτό με την σειρά του την κυκλική κίνηση στον πίσω τροχό . Βλέπεις το ποδήλατο πάντα ήταν πισωκίνητο τροχοφόρο .
Αργότερα , όταν πλέον είχε μάθει καλά-καλά να κρατάει την ισορροπία του κρεμασμένου κορμιού στο πρώτο όχημα της πρώτης νιότης του (μετά το πατίνι με τα ρουλεμάν) και εφόσον μάκρυναν λίγο και τα κανιά του ήρθε και η ορθοπεταλιά . Να όμως που το μήκος τους και πάλι δεν έφτανε όταν κάθονταν πάνω στην σέλα .
Τα πόδια του ήταν κοντύτερα από αυτό που απαιτούσε η εργονομία του Ματρακά .
Αυτή η ανάγκη τον έκανε να μη κάθεται ποτέ πάνω στην σέλα αλλά πάνω στον οριζόντιο μεταλλικό σωλήνα με ότι αυτό σήμαινε για το ευαίσθητο σημείο του σώματός του που βρίσκεται στην συμβολή των δύο σκελών (να μη τα λέμε και δημοσίως όλα) . Δηλαδή εκεί που στο παρελθόν (όπως λέγαμε και χτες στην «εποχή του Ματρακά») τοποθετούσε το «σκαμνάκι» ο πατέρας του για να τον καθίσει πάνω και να κάνουν μαζί την Κυριακάτικη βόλτα τους .
Έριχνε λοιπόν το λιγνό κορμί του πότε από δεξιά και στην ολοκλήρωση του κύκλου του δίσκου στον οποίο ήταν καρφωμένα τα πεντάλ το έριχνε από τα αριστερά . Μία από ΄δώ , μία από ΄κεί και ο Ματρακάς έμπαινε με φόρα στους από χώμα (δεν υπήρχε ακόμα άσφαλτος) δρόμους της συνοικίας του...Φόρα την οποία διέκοπτε απότομα και ξαφνικά , αν στον δρόμο εμφανίζονταν και κανένας παππούς …Σαν εκείνη την αποφράδα με τον μπαρπαΧειράκη , όπου η μοίρα το έφερε να χωθεί κάτω από τα σκέλια του ηλικιωμένου και σεβάσμιου κυρίου (ως αναποφάσιστος και εκείνος ο Χριστιανός να του κάνει τσιριτζάτζουλες στον δρόμο , μια δεξιά μια αριστερά , μια πίσω μια μπροστά) και ο μαθητεύομενος ποδηλάτης , ο γέρος , το ποδήλατο του και το μπαστούνι του γέρου βρέθηκαν φαρδιά πλατιά στον δρόμο με σημαντικές απώλειες , ευτυχώς μόνο του Ματρακά…
Στην αγορά τότε κυριαρχούσαν τα Bismarck και τα Gkorek το οποία μετονομάστηκαν σε «Ματρακάδες» (ας πούμε κάτι σαν τα αγροτικά , ένα πράμα) όταν βγήκαν τα «Κουρσάκια» (κάτι σαν τα καθαρά επιβατηγά της πόλης) .
Η προέλευσή τους ήταν από την άλλη Ευρώπη . Ποτέ από την χώρα μας . Εξάλλου δεν μας είχε βάλει κανείς στην μεγάλη Ευρωπαϊκή οικογένεια . Εμείς τότε είμασταν «εδώ είναι Βαλκάνια δεν είναι παίξε , γέλασε» που μας τραγουδούσε και ο Νιόνιος .
Ήταν τα Γαλλικά «Peugeot» και τα Αγγλικά «Phillips» .
Ένα «Phillips» του είχε αγοράσει ο πατέρας του όταν πήγαινε στην τελευταία τάξη του Εξαταξίου Γυμνασίου παρακαλώ και ουχί Λυκείου .
Αυτό διατηρεί ακόμα .
Μια σχέση δεκαετιών .
Κοντά στα σαρανταπέντε χρόνια ο Κίτσιος (έτσι το φωνάζει , όπως ο Λούκυ Λούκ την Ντόλυ) τον κουβαλάει από το σπίτι του στο κέντρο της πόλης για ψώνια . Τον περνάει από τις γειτονιές και τον αναγνωρίζουν οι φίλοι του από μακριά .
Από πεποίθηση δεν χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις στην πόλη γιατί «έβαλε το ποδήλατο στην ζωή του για μην την καταντήσει…σαν αυτό . Ποδήλατο» .
Αυτό το παλιό «Phillips» το έβαψε . Άλλαξε και το χρώμα του . Αντικατέστησε το κρύο Μπλέ με το Κόκκινο της φωτιάς . Είναι της εποχής , είπε .
Σε ανάλογο χρώμα έβαψε ή και πρόσθεσε και τα άλλα εξαρτήματα του αγαπημένου του μεταφορικού μέσου , που ταιριάζουν με το νέο ύφος της εποχής (είπαμε) .
Όταν τέλειωσε το ρετουσάρισμα , δεν το αναγνώριζε ούτε και ο ίδιος .
Βρε Κίτσιο μου «πως ήσουν» και «πως έγινες»!!!
Τα κουρσάκια .
Ποδήλατο έμαθε στην εποχή που κυκλοφορούσαν οι Ματρακάδες .
Η πόλη του , όντας με ιδανική γεομορφολογία ως ισόπεδη , βοηθούσε στην ποδηλατοκίνηση , άλλο αν δεν έγινε ποτέ και ποδηλατούπολη!!!
Οι δήμαρχοι που πέρασαν από τον Δήμο , από την μεταπολίτευση και μετά , δεν διέθεσαν σπιθαμή δημόσιου χώρου για το ποδήλατο . Ο δημόσιος δρόμος , βορά στο τετράτροχο . Ούτε πόντος για το δίτροχο .
Κάποιοι εξ αυτών μάλιστα ήταν τάχα και μέλη του Ευρωπαϊκού δικτύου για το ποδήλατο . Για να δείξουν την «ευαισθησία» τους αφιέρωναν την 22α Σεπτεμβρίου κάθε έτους σε «ημέρα ποδηλάτου» , αποκλείοντας το αυτοκίνητο από την κυκλοφορία της πόλης για μερικές μόνο ώρες και τις άλλες 364 μέρες του χρόνου αποκλείοντας το ποδήλατο .
Ήταν στην δεκαετία του 1960 . Κοντά στην πρώτη δεκαετία της ζωής του . Έμαθε πρώτα μεσοπεταλιά , δηλαδή με το ένα πόδι μέσα από το τρίγωνο του σκελετού του Ματρακά του πατέρα του , να πατάει στο απέναντι πεντάλ και το άλλο από την μεριά που κρέμονταν ολόκληρο το σώμα του , με τα χέρια στο τιμόνι . Μια μυστήρια εικόνα .

Το ποδήλατο αντί να κινείται με έναν ποδηλάτη καβάλα στην σέλα του , κινούνταν με έναν πιτσιρικά που έμοιαζε με χιμπατζή γαντζωμένο μονόπατα , στην μια πλευρά του ποδήλατου . Και η μεσοπεταλιά , ήταν γιατί τα πόδια του δεν ήταν ικανά από θέση και από φύση να ολοκληρώσουν τον κύκλο του μπροστινού δίσκου που μετέφερε την ενέργεια (με αλυσίδα) στο πίσω γρανάζι και αυτό με την σειρά του την κυκλική κίνηση στον πίσω τροχό . Βλέπεις το ποδήλατο πάντα ήταν πισωκίνητο τροχοφόρο .
Αργότερα , όταν πλέον είχε μάθει καλά-καλά να κρατάει την ισορροπία του κρεμασμένου κορμιού στο πρώτο όχημα της πρώτης νιότης του (μετά το πατίνι με τα ρουλεμάν) και εφόσον μάκρυναν λίγο και τα κανιά του ήρθε και η ορθοπεταλιά . Να όμως που το μήκος τους και πάλι δεν έφτανε όταν κάθονταν πάνω στην σέλα .
Τα πόδια του ήταν κοντύτερα από αυτό που απαιτούσε η εργονομία του Ματρακά .
Αυτή η ανάγκη τον έκανε να μη κάθεται ποτέ πάνω στην σέλα αλλά πάνω στον οριζόντιο μεταλλικό σωλήνα με ότι αυτό σήμαινε για το ευαίσθητο σημείο του σώματός του που βρίσκεται στην συμβολή των δύο σκελών (να μη τα λέμε και δημοσίως όλα) . Δηλαδή εκεί που στο παρελθόν (όπως λέγαμε και χτες στην «εποχή του Ματρακά») τοποθετούσε το «σκαμνάκι» ο πατέρας του για να τον καθίσει πάνω και να κάνουν μαζί την Κυριακάτικη βόλτα τους .
Έριχνε λοιπόν το λιγνό κορμί του πότε από δεξιά και στην ολοκλήρωση του κύκλου του δίσκου στον οποίο ήταν καρφωμένα τα πεντάλ το έριχνε από τα αριστερά . Μία από ΄δώ , μία από ΄κεί και ο Ματρακάς έμπαινε με φόρα στους από χώμα (δεν υπήρχε ακόμα άσφαλτος) δρόμους της συνοικίας του...Φόρα την οποία διέκοπτε απότομα και ξαφνικά , αν στον δρόμο εμφανίζονταν και κανένας παππούς …Σαν εκείνη την αποφράδα με τον μπαρπαΧειράκη , όπου η μοίρα το έφερε να χωθεί κάτω από τα σκέλια του ηλικιωμένου και σεβάσμιου κυρίου (ως αναποφάσιστος και εκείνος ο Χριστιανός να του κάνει τσιριτζάτζουλες στον δρόμο , μια δεξιά μια αριστερά , μια πίσω μια μπροστά) και ο μαθητεύομενος ποδηλάτης , ο γέρος , το ποδήλατο του και το μπαστούνι του γέρου βρέθηκαν φαρδιά πλατιά στον δρόμο με σημαντικές απώλειες , ευτυχώς μόνο του Ματρακά…
Στην αγορά τότε κυριαρχούσαν τα Bismarck και τα Gkorek το οποία μετονομάστηκαν σε «Ματρακάδες» (ας πούμε κάτι σαν τα αγροτικά , ένα πράμα) όταν βγήκαν τα «Κουρσάκια» (κάτι σαν τα καθαρά επιβατηγά της πόλης) .
Η προέλευσή τους ήταν από την άλλη Ευρώπη . Ποτέ από την χώρα μας . Εξάλλου δεν μας είχε βάλει κανείς στην μεγάλη Ευρωπαϊκή οικογένεια . Εμείς τότε είμασταν «εδώ είναι Βαλκάνια δεν είναι παίξε , γέλασε» που μας τραγουδούσε και ο Νιόνιος .
Ήταν τα Γαλλικά «Peugeot» και τα Αγγλικά «Phillips» .
Ένα «Phillips» του είχε αγοράσει ο πατέρας του όταν πήγαινε στην τελευταία τάξη του Εξαταξίου Γυμνασίου παρακαλώ και ουχί Λυκείου .
Αυτό διατηρεί ακόμα .
Μια σχέση δεκαετιών .
Κοντά στα σαρανταπέντε χρόνια ο Κίτσιος (έτσι το φωνάζει , όπως ο Λούκυ Λούκ την Ντόλυ) τον κουβαλάει από το σπίτι του στο κέντρο της πόλης για ψώνια . Τον περνάει από τις γειτονιές και τον αναγνωρίζουν οι φίλοι του από μακριά .
Από πεποίθηση δεν χρησιμοποιεί το αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις στην πόλη γιατί «έβαλε το ποδήλατο στην ζωή του για μην την καταντήσει…σαν αυτό . Ποδήλατο» .
Αυτό το παλιό «Phillips» το έβαψε . Άλλαξε και το χρώμα του . Αντικατέστησε το κρύο Μπλέ με το Κόκκινο της φωτιάς . Είναι της εποχής , είπε .
Σε ανάλογο χρώμα έβαψε ή και πρόσθεσε και τα άλλα εξαρτήματα του αγαπημένου του μεταφορικού μέσου , που ταιριάζουν με το νέο ύφος της εποχής (είπαμε) .
Όταν τέλειωσε το ρετουσάρισμα , δεν το αναγνώριζε ούτε και ο ίδιος .
Βρε Κίτσιο μου «πως ήσουν» και «πως έγινες»!!!