23 Μαρτίου 2008

ΜΑΝΟΛΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗΣ

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1883 και τελείωσε το Βαρβάκειο. Γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή μετά την πιεστική προτροπή των γονέων του. Την ίδια πίεση είχε υποστεί και ο Δελμούζος για να γραφτεί στο Πολυτεχνείο. Και όπως ξέφυγε εκείνος και γράφτηκε στη Φιλοσοφική, έτσι κι ο Τριανταφυλλίδης ύστερα από έναν χρόνο φοίτησης εγκατέλειψε τη Φυσικομαθηματική και πήγε στη Φιλοσοφική. Όταν αποφοίτησε από το Ελληνικό Πανεπιστήμιο (1900) έφυγε για τη Γερμανία, έχοντας και αυτός την επιθυμία, όπως λέει σε αυτοβιογραφικά του σημειώματα, να σπουδάσει Παιδαγωγική. Η τάση που παρουσίαζε ένα τμήμα της νεολαίας για τέτοιες σπουδές ίσως αποτελεί μια ένδειξη της πεποίθησης, η οποία υπήρχε σε αυτό το κοινωνικό στρώμα για τον καταλυτικό ρόλο που μπορούσε να παίξει η παιδεία στην ανασυγκρότηση μιας κοινωνίας. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, ο Τριανταφυλλίδης σπούδασε τελικά Γλωσσολογία και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με τον επιφανή βυζαντινολόγο Καρλ Κρουμπάχερ.
Το πρώτο έργο του Τριανταφυλλίδη συνιστά ένα πρότυπο επιστημονικού λόγου στην υπηρεσία της αμφισβήτησης καθιερωμένων αντιλήψεων όχι απλώς γλωσσολογικών, αλλά αντιλήψεων γερά ριζωμένων στα ιδεολογικά θεμέλια τής τότε ελληνικής κοινωνίας. Το ίδιο θα συμβεί με το σύνολο του έργου του..
Έργα του αυτής της κατηγορίας είναι Η γλώσσα μας στα σχολεία της Μακεδονίας (1916), Πριν καούν (1920), Για την ιστορία (1921) (μαχητική απάντηση στον γλωσσολόγο και καθηγητή του Παν/μίου Αθηνών Γεώργιο Χατζηδάκη), Δημοτικισμός. Ένα γράμμα στους δασκάλους μας (1926) κ.ά. Εδώ θα μπορούσε να περιληφθεί και η μελέτη του Η αρχή της γλώσσας και η φροϊδια ψυχολογία (1915), με την οποία παρουσιάζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα οι θεωρίες του Φρόυντ και οι αρχές της ψυχανάλυσης. Αποκορύφωμα βέβαια του έργου του αποτελεί η Νεοελληνική Γραμματική, που κυκλοφόρησε το 1941 και συνιστά την πρώτη μεγάλη «συστηματική μελέτη για τη φωνητική, τη μορφολογία, την παραγωγή και τη σύνθεση της νεοελληνικής γλώσσας».
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1883 και τελείωσε το Βαρβάκειο. Γράφτηκε στη Φυσικομαθηματική Σχολή μετά την πιεστική προτροπή των γονέων του. Την ίδια πίεση είχε υποστεί και ο Δελμούζος για να γραφτεί στο Πολυτεχνείο. Και όπως ξέφυγε εκείνος και γράφτηκε στη Φιλοσοφική, έτσι κι ο Τριανταφυλλίδης ύστερα από έναν χρόνο φοίτησης εγκατέλειψε τη Φυσικομαθηματική και πήγε στη Φιλοσοφική. Όταν αποφοίτησε από το Ελληνικό Πανεπιστήμιο (1900) έφυγε για τη Γερμανία, έχοντας και αυτός την επιθυμία, όπως λέει σε αυτοβιογραφικά του σημειώματα, να σπουδάσει Παιδαγωγική. Η τάση που παρουσίαζε ένα τμήμα της νεολαίας για τέτοιες σπουδές ίσως αποτελεί μια ένδειξη της πεποίθησης, η οποία υπήρχε σε αυτό το κοινωνικό στρώμα για τον καταλυτικό ρόλο που μπορούσε να παίξει η παιδεία στην ανασυγκρότηση μιας κοινωνίας. Όπως κι αν έχουν τα πράγματα, ο Τριανταφυλλίδης σπούδασε τελικά Γλωσσολογία και εκπόνησε τη διδακτορική του διατριβή με τον επιφανή βυζαντινολόγο Καρλ Κρουμπάχερ.
Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης υπήρξε αντιπροσωπευτικό δείγμα διανοουμένου, έτσι όπως η έννοια αυτή διαμορφώθηκε στις αρχές του 20ού αιώνα και αναδύθηκε μέσα από τους κόλπους του δημοτικιστικού κινήματος, ενός κινήματος που σκόπευσε ταυτόχρονα στην καλλιέργεια της εθνικής αυτογνωσίας και στην αναζήτηση του κοινωνικοπολιτικού εκσυγχρονισμού. Από αυτή την άποψη ο φιλόλογος και γλωσσαλόγος Τριανταφυλλίδης, όπως και ο Αλέκος Δελμούζος και ο Δημήτρης Γληνός οι άλλοι δύο της ιστορικήc τριανδρίας των εκπαιδευτικών μας πραγμάτων, υπήρξε πρότυπο ανθρώπου των γραμμάτων που δοκιμάστηκε στην πράξη και εργάτη της επιστήμης που πίστεψε στη συλλογική δράση.
Πριν ακόμη επιστρέψει στην Ελλάδα ο Τριανταφυλλίδης, εστερνιζόμενος την ιδέα της συλλογικότητας που κατέχει τότε τους Ευρωπαίους αλλά και τους εν Ευρώπη 'Ελληνες διανοούμενους, παίρνει την πρωτοβουλία ενεργειών που θα καταλήξουν στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου.
Ο όμιλος αυτός υπήρξε το κύριο προϊόν του εκπαιδευτικού δημοτικισμού και η κατεξοχήν ομάδα πίεσης, η οποία με επικεφαλής τους Γληνό, Δελμούζο και Τριανταφυλλίδη όχι μόνον επεξεργάστηκε την εκπαιδευτική πολιτική των κυβερνήσεων του Ελευθερίου Βενιζέλου, αλλά κατόρθωσε επιπλέον και για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, να προβάλει τη δημοτική γλώσσα ταυτόχρονα ως σύμβολο επαναστατικού λόγου και ως πραγμάτωση πολιτικής βούλησης.
Η παρουσία, ωστόσο, του Τριανταφυλλίδη υπήρξε βαρύνουσα όχι μόνο στην αφετηρία του Ομίλου, αλλά και στην εξέλιξή του. Στην εξέλιξη αυτή αποτυπώνεται η συνολική πορεία των ιδεολογικών διεργασιών που σημειώνονται στον ελληνικό χώρο και έχουν σχέση με την υφέρπουσα στην αρχή και την οξύτατη στη συνέχεια αντίθεση ανάμεσα στις σοσιαλιστικές και στις φιλελεύθερες ιδέες. 'Ετσι στα πρωταρχικά σχέδια που συντάσσει το 1909, ο Τριανταφυλλίδης υποστηρίζει την άποψη πως ένα τέτοιο σωματείο, για να επιτύχει τον εκπαιδευτικό του στόχο, ακρογωνιαίο λίθο κατ' αυτόν της κοινωνικής ανόρθωσης, χρειάζονται δύο πράγματα: α) η κρατική συνδρομή το «σχέδιο γράφεται δύο μήνες μετά το Γουδί και οι ελπίδες των δημοτικιστών πρέπει να έχουν πάρει γιγαντιαίες διαστάσεις και β) ένας τακτικός ελιγμός ως προς τη γλώσσα. Επίσημο όργανο τού υπό ίδρυση Ομίλου μπορεί να είναι και «μία καθαρεύουσα ανθρώπινη όπως γράφει ρητά στο σχέδιο.
Είναι φανερό πως οι ιδέες του Τριανταφυλλίδη χαράζουν ορισμένα όρια, ανάμεσα στα οποία θα κινηθεί από δω κι εμπρός η ιδέα
της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης: από τη μία μεριά ιδεολογικοπολιτικά, με την απόρριψη των σασιαλιστικών αντιλήψεων, κι από την άλλη γλωσσικά, με την αποδοχή μιας γλώσσας που απέχει πολύ από την ψυχαρική ορθοδοξία.

Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον το ότι από τους τρεις της εκπαιδευτικής τριανδρίας, ο γλωσσαλόγος Τριανταφυλλίδης είναι εκείνος που θέλει εξαρχής να αποσπάσει το θέμα της εκπαίδευσης από την επικίνδυνη σύνδεση με το γλωσσικό ζήτημα. Σαν να είχε ήδη κατανοήσει από το 1909 ότι η γλωσική αντιπαράθεση, με τους έντονους κοινωνικούς και πολιτικούς συμβολισμούς της, θα συγκαλύψει κατά τις δεκαετίες που θα ακολουθήσουν το αληθινό ζητούμενο μιας εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης. Και γι' αυτό επιχειρεί εγκαίρως να διακρίνει τα δύο πράγματα.
επιμέλεια: Παπαγεωργόπουλος Αντώνης