27 Ιουλίου 2010

ΜΥΛΟΣ ΜΑΤΣΟΠΟΥΛΟΥ-ΕΝΑ ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΟ ΧΡΟΝΟ



Ιστορικά Στοιχεία
(Από το βιβλίο του Νεκτάριου Κατσόγιαννου, ΤΑ ΤΡΙΚΑΛΑ ΑΛΛΟΤΕ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, 1988)
Ανάμεσα στα σημαντικότερα αξιοθέατα της πόλης των Τρικάλων, συγκαταλέγεται κι ένα από τα σημαντικότερα μνημεία Βιομηχανικής Κληρονομιάς στην Ελλάδα, το πάνω από 3.500 μ2 κτιριακό συγκρότημα του "Μύλου του Ματσόπουλου" μαζί με τη γύρω περιοχή των 90 στρεμμάτων.
Ο Μύλος Ματσόπουλου στο δυτικό άκρο της πόλης των Τρικάλων, κοντά στο σιδηροδρομικό σταθμό, πλάι στον Αγιαμονιώτη ποταμό, κτίστηκε το 1884 από τους αδελφούς Αγαθοκλή, που διατηρούσαν μεγάλο εργοστασιακό συγκρότημα στη Στυλίδα και επέκτειναν τις δραστηριότητες τους στα Τρίκαλα μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας. Είναι ο πρώτος κυλινδρόμυλος που χτίστηκε στην Ελλάδα και ο μεγαλύτερος των Βαλκανίων. Μετά από παρέλευση 22 ετών έγινε ο δεύτερος (ο σημερινός) επιφανείας 1000 μ2. Δίπλα στο μύλο είχε κατασκευασθεί μακαρανοποιείο, το πρώτο στην Ελλάδα, την ίδια χρονιά με τον κυλινδρόμυλο.
Στο πέρασμα του χρόνου άλλαξε πολλές ιδιοκτησίες για να καταλήξει στα χέρια του Ιωάννη Ματσόπουλου.
Πρόκειται για ένα μεγάλο κτιριακό συγκρότημα 3.500 τμ, στο κέντρο μιας έκτασης 90 στρεμμάτων, με τον κεντρικό νερόμυλο να πλαισιώνεται περιμετρικά από τα βοηθητικά προκτίσματα δημιουργώντας στο εσωτερικό του κλειστό περίβολο. Όλα τα κτίρια του συγκροτήματος είναι λιθόκτιστα και στεγασμένα με ξύλινες κερσμοσκεπές, ενώ στις λιθοδομές τους γίνεται ευρεία χρήση πλίνθων σε ποικίλους συνδυασμούς.
Η κινητήρια δύναμη του Μύλου στηριζόταν στο νερό του Αγιαμονιώτη ποταμού, το οποίο με ένα σύστημα φραγμάτων οδηγούνταν στη φτερωτή την οποία έθετε σε λειτουργία. Αργότερα, ο μύλος έγινε ατμοκίνητος και στη συνέχεια ηλεκτροκίνητος. Η καμινάδα κατασκευάσθηκε από τον Ματσόπουλο προπολεμικά, γιατί έγινε εγκατάσταση μιας πετρελαιομηχανής για την ενίσχυση του μύλου, επειδή τους καλοκαιρινούς μήνες με την πτώση της παροχής του ποταμού ο μύλος δεν μπορούσε ν' αποδώσει. Στην αρχή μετά από την αγορά από τους Αφούς Ματσόπουλου, τοποθετήθηκε υδραυλική τουρμπίνα και κάτω από το υπάρχον ποτάμι μιας και περνά και δεύτερο υπόγειο ρέμα το οποίο στο σημείο αυτό κλείσθηκε με Θηραϊκή γη. Αργότερα το 1938 έγινε και δεύτερη τοποθέτηση υδραυλικής τουρμπίνας
Ο μύλος αυτός σήμερα αποτελεί για την Ελληνική πραγματικότητα ένα παραδοσιακό μνημείο Βιομηχανικής Αρχαιολογίας η δε ιδιαιτερότητα του βρίσκεται όχι μόνο στο μέγεθος του αλλά και στις εσωτερικές εγκαταστάσεις που είναι όλες ξύλινες. Οι διαστάσεις του είναι (37X17) και αποτελείται από τρεις ορόφους.
Ο μύλος είναι κατασκευασμένος σε τοποθεσία που παλιότερα έφερε το όνομα ΑΛΗΚΑΡΑ και το πήρε από κάποιον Τούρκο μεγαλοκτήμονα που ήταν ιδιοκτήτης της γύρω περιοχής. Το ίδιο όνομα φέρει και ο συνοικισμός που βρίσκεται μεταξύ του σιδηροδρομικού σταθμού και του Αγιαμονιώτη. Ο Νικόλαος Σχινάς το 1886 γράφει: "Έχει προς τούτοις 4 κλιβάνους, 3 υδρόμυλους κοινούς με 10 μυλόπετρες και έτερον μέγαν παρά τη πόλει μετά μηχανών κάλλιστα κατηρτισμένον…". Παλιότερα η διαμόρφωση του χώρου από το πίσω μέρος του μύλου προς την πλευρά της Αγίας Μονής ήταν εντελώς διαφορετική. Το τμήμα που είναι ανάμεσα από τις δυο κοίτες του ποταμού, το λεγόμενο "νησάκι" είχε άλλη μορφή και ήταν πιο μικρό. Αργότερα, επειδή η πρώτη διαμόρφωση παρουσίαζε προβλήματα, το φράγμα (πορταριά) μεταφέρθηκε πιο βόρεια.
Σύμφωνα με παλιό σχεδιάγραμμα του Άγγλου μηχανικού Τζάκσον το φράγμα είχε κατασκευασθεί 70 μ. περίπου πιο πάνω από τον μύλο, ενώ το σημερινό απέχει 250 μ. Το φράγμα είχε μήκος περίπου 65 μ., ενώ σήμερα δεν ξεπερνά τα 10 μ. Το νησάκι αυτό, στο κάτω μέρος του συνδεόταν με το συνοικισμό της Αγίας Μονής με μικρό γεφυράκι.
Δίπλα στο πάρκο του Ματσόπουλου υπάρχει παλιά σιδερένια γέφυρα μήκους 21,00 και πλάτους 4,50 η δε κατασκευή της ανάγεται το 1910. Πριν από την κατασκευή της η επικοινωνία των κατοίκων του συνοικισμού Αγίας Μονής με την πόλη γινόταν από το παλιό πέτρινο γεφύρι που ήταν 100 μ. περίπου πιο κάτω, στο σημείο ακριβώς που βρίσκεται σήμερα το αντλιοστάσιο της ΔΕΥΑΤ. Στην εκσκαφή για την θεμελίωση αυτού βρέθηκαν τα ακρόβαθρα του πέτρινου γεφυριού. Το γεφύρι είχε μήκος 50 μ. και πλάτος 2,00 μ. περίπου, άνοιγμα τόξου 3,00 μ., το βάθρο του 1,50 μ., το δε ύψος του τόξου απ' την επιφάνεια του νερού 1,30 μ. περίπου. Η σταδιακή κατάρρευση του γεφυριού άρχισε σιγά, σιγά, μετά από την κατασκευή της σιδερένιας γέφυρας. Πρώτα καταστράφηκε το πρώτο τόξο προς τα Τρίκαλα και έτσι σταμάτησε η επικοινωνία. Αργότερα το κενό γεφυρώθηκε με μία "σιδεριά", για να περνάνε μόνο άνθρωποι. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, για να φθάσει κανείς από το συνοικισμό της Αγίας Μονής στο πέτρινο γεφύρι, κατέβαινε χαμηλό (ο δρόμος αυτός υπάρχει ακόμα) περνούσε δίπλα από το κτήμα του Χατζόπουλου, έφθανε και περνούσε το γεφυράκι και ο δρόμος συνέχιζε μέσα στο χέρσο, για να βγει μετά επάνω στο σημερινό κεντρικό δρόμο που τότε ονομάζονταν οδός Άρτας. Το 1960, επειδή η παλιά σιδερένια γέφυρα δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει την κυκλοφορία κατασκευάσθηκε η σημερινή ανάμεσα από τι δυο παλιές. Στην διάρκεια της κατασκευής της, ξηλώθηκε ό,τι είχε απομείνει από την παλιά πέτρινη γέφυρα, και αυτή δυστυχώς που θα μπορούσε με μια μικρή αναστήλωση να διατηρηθεί και να αποτελούσε για σήμερα ένα μικρό μνημείο του παρελθόντος που σε συνδυασμό με την κατασκευή του πάρκου θα ήταν το πιο γραφικό της περιοχής.
Μετά το θάνατο του Ιωάννη Ματσόπουλου, τόσο τα κτίσματα όσο και η γύρω έκταση πέρασαν ως κληροδότημα το 1977 στο Δήμο Τρικκαίων ο οποίος το αναπαλαίωσε με συγχρηματοδότηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης για χώρο πολιτιστικών δραστηριοτήτων.