1 Ιουλίου 2011

O ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΙΚΟΣ ΓΑΜΟΣ

Πραγματοποιήθηκε εχθές το βράδυ στην πλατεία του χωριού Γλίνος Τρικάλων, όπου παραβρέθηκα κι εγώ, η αναβίωση του εθίμου του καραγκούνικου γάμου. Την διοργάνωση επιμελήθηκε ο πολιτιστικός σύλλογος του χωριού « Η Καραγκούνα» σε συνεργασία με τον πολιτιστικό σύλλογο του όμορου καραγκούνικου χωριού Φανερωμένη «Οι Θεριστάδες». Η εκδήλωση με τίτλο «Μάνα γη- μάνα Καραγκούνα» εστέφθη από απόλυτη επιτυχία την οποία παρακολούθησα μέχρι το τέλος(καθότι Καραγκούνης) και ‘ετσι δόθηκε η ευκαιρία να θυμηθούν οι παλιοί και να μάθουν οι νέοι τις ρίζες της φυλής μας. Σε μια κατάμεστη από επισκέπτες πλατεία οι νέοι του χωριού και όχι μόνο, παρουσίασαν το δρώμενο και ταξίδεψαν στο παρελθόν όλους τους παρευρισκόμενους. Τον καραγκούνικο γάμο (που όμοιός του δεν γίνεται αλλού), τον συναντάμε και σήμερα ακόμη στα καραγκουνοχώρια του θεσσαλικού κάμπου σαφώς παραλλαγμένο και πιο περιεκτικό, να γίνεται κυρίως από νέους που θέλουν να κρατήσουν κάποια στοιχεία του και στο δικό τους γάμο. Ο καραγκούνικος γάμος λοιπόν γινόταν ως εξής:
Μια βδομάδα πριν από τον γάμο και αφού είχε προηγηθεί το προξενιό,ο προξεντής είχε αναλάβει να πεισθούν ο πατέρας (κυρίως) και η μάνα της νύφης και συμφωνούσαν για τα προικιά της. Οι γονείς, ο γαμπρός και η νύφη συμφωνούσαν να κάνουν "τα στέφανα" κι έλεγαν χαρακτηριστικά "κινήσαμε γάμο". Ξεκινούσαν λοιπόν οι προετοιμασίες. Ειδοποιούνταν οι κουμπάροι, οι βλάμηδες, ο μάγειρας, τα "όργανα". Ετοιμάζονταν τα προικιά της νύφης, φρόντιζαν να ασβεστωθούν τα σπίτια, να καθαριστούν οι ρούγες, να καλεστούν οι χωριανοί, οι συγγενείς και οι φίλοι από τ' άλλα χωριά. Το κάλεσμα αναλάμβαναν οι δύο βλάμηδες, που ήταν συνήθως ανύπαντροι φίλοι του γαμπρού.
Οι βλάμηδες, από την Τρίτη κιόλας φορούσαν τα καλά τους και κρατώντας μια στολισμένη σβάνα ή κόφα και μια γκλίτσα (κλούτσα) πήγαιναν σε όλα σχεδόν τα σπίτια και δίνοντας στους χωρικούς να πιουν έλεγαν: "Άντε να κοπιάστε στο γάμο...". Με τον ίδιο τρόπο οι προσκλήσεις γινόντουσαν κι από την πλευρά της νύφης.
Το Σάββατο, μια μέρα πριν το γάμο, κατέφθαναν οι οργανοπαίχτες και οι καλεσμένοι και το γλέντι άρχιζε στα δύο σπίτια, του γαμπρού και της νύφης. Κατά τα μεσάνυχτα τραπέζωναν. Ο μάγειρας, που από το απόγευμα του Σαββάτου έσφαζε μια δύο προβατίνες ή και κριάρι, έφτιαχνε τα εντόσθια σούπα και το κρέας με πλιγούρι. Πρώτος δοκίμαζε το φαγητό ο νουνός και συγχαίροντας το μάγειρα για τη νοστιμάδα, του έδινε φιλοδώρημα. Ο μάγειρας μόνο με το φιλοδώρημα άνοιγε τα καζάνια και πρόσφερε φαγητό σ' όλους τους καλεσμένους στο γάμο.
Το φλάμπουρο είχε περίοπτη θέση και σ’ αυτό κρεμούσαν τρία ρόδια και την εικόνα του Αγίου Γεωργίου, το κρατούσαν οι βλάμηδες και ήταν απαραίτητο σε όλη τη διαδικασία μέχρι το τέλος του γάμου.
Ο γαμπρός φορούσε στα παλιά χρόνια φουστανέλα, τσαρούχια και δύο σιρίτια σταυρωτά στο στήθος, ένα μπλε και ένα κόκκινο. Φουστανέλα φορούσαν επίσης οι βλάμηδες.
Αντίθετα η ενδυμασία της νύφης ήταν πολλαπλή και πολυέξοδη. Σε μια κάμαρα του σπιτιού της, και ενώ ο χορός στην αυλή συνεχιζόταν, οι έμπειρες στο νυφικό ντύσιμο γυναίκες, φίλες ή συγγενείς της νύφης, την στόλιζαν. Την ώρα που την χτένιζαν και την έντυναν τραγουδούσαν. Στο τέλος της έβαζαν το πέπλο στο κεφάλι της.
Ακολουθούσε το ξύρισμα του γαμπρού από τον κουρέα. Μερικές φορές τον ξύριζε με το ξυράφι ανάποδα ενώ τον συνόδευαν οι οργανοπαίχτες.
Η προίκα της νύφης μεταφερόταν τελετουργικά στο σπιτικό που θα έμειναν οι νιόνυμφοι. 
Έφθανε στο σπίτι της νύφης ένα καινούργιο κάρο με γερά άλογα για τη μεταφορά της προίκας. Το κεφάλι των αλόγων στόλιζαν λευκά μαντήλια ενώ στο λαιμό τους κρεμούσαν κλικάνια (κουδουνάκια), για να προκαλούν εντύπωση στο πέρασμά τους. Τα προικιά τα φρουρούσαν οι φίλες της νύφης και, για να τα παραδώσουν, έπαιρναν φιλοδώρημα από τους βλάμηδες ή από τους φίλους του γαμπρού
Την Κυριακή που ήταν δεύτερη μέρα γλεντιού και κύρια μέρα του γάμου, η νύφη άφηνε το σπίτι της μέσα σε μια συγκινητική ατμόσφαιρα ,αποχαιρετούσε πρώτα τον πατέρα της και μετά τη μάνα της και φεύγοντας έσπαζε ένα πιάτο στην αυλή. Συνοδευόμενη από τους βλάμηδες και τις βλάμισσες όλοι πομπή όδευαν στο ναό. Μετά την τέλεση του μυστηρίου στην εκκλησία, πήγαινε στο σπίτι της πεθεράς για να διαβεί το κατώφλι πατώντας πάνω σε ένα σίδερο. Προσκυνούσε την πεθερά και τον πεθερό και τραβούσαν το ζευγάρι μέσα με ένα κεντημένο μαντήλι, για τα καλωσορίσματα στο νέο της σπίτι. Στους ανύπαντρους νέους έριχνε ένα μήλο για να το πιάσουν με γυρισμένη την πλάτη της.
Οι καλεσμένοι γέμιζαν πάλι την αυλή των σπιτιών του γαμπρού και της νύφης για το γαμήλιο ξεφάντωμα. Χόρευαν με τη σειρά οι γονείς, ο κουμπάρος, ο νονός με τα παπούτσια στο χέρι ο γαμπρός και η νύφη, οι συγγενείς, ο προξεντής με τα παπούτσια επίσης στο χέρι και στο τέλος οι καλεσμένοι. Αξίζει να αναφερθεί πως όταν χόρευε ο πεθερός τον κρέμαγαν εργαλεία της γεωργικής και άλλα χρήσιμα πράγματα για τα ζώα. Όταν χόρευε η πεθερά την κρέμαγαν σκεύη κουζινικά ή χρήσιμα εξαρτήματα για το νοικοκυριό..Όταν χόρευε η νύφη την κρέμαγαν χαρτονομίσματα πιασμένα με καρφίτσες το ένα απ’ το άλλο.



















Ο γάμος ολοκληρώνονταν με το «χορό στην ψάθα» που έκανε το νέο ζευγάρι.Όταν τέλειωνε ο χορός, οι βλάμηδες έπαιρναν την ψάθα και την πέταγαν στα κεραμίδια της σκεπής, για να λιώσει σιγά-σιγά από τον ήλιο και τον καιρό, ένδειξη μακροημέρευσης για τον κοινό βίο του ζευγαριού, αλλά και για να φύγουν τα ματιάσματα και όσα άσχημα θα έμπαιναν εμπόδιο στη ζωή τους.
Παπαγεωργόπουλος Αντώνης