Το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς (περ. 440-438 π.Χ.)
Το λατρευτικό άγαλμα που στήθηκε εντός του Παρθενώνα, έργο του περίφημου γλύπτη Φειδία, είχε ύψος γύρω στα 12 μ. Ο σκελετός του ήταν ένας τεράστιος ξύλινος ιστός μπηγμένος στο έδαφος. Τα γυμνά μέρη του σώματος της θεάς ήταν καμωμένα από ελεφαντόδοντο, το δέ ένδυμά της από χρυσό. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση του αγάλματος, ο Φειδίας κατηγορήθηκε ότι είχε υπεξαιρέσει μέρος του χρυσού που του είχε δοθεί για την κατασκευή του (437 π.Χ.). Στα 295 π.Χ. ο τύραννος Λάχαρης, διορισμένος από τον βασιλέα της Μακεδονίας Κάσσανδρο ως τοποτηρητής της Αθήνας, αφαίρεσε τα χρυσά τμήματα του αγάλματος προκειμένου να «εκπορήση χρημάτων» (δηλ. για την κοπή νομίσματος)· τα τμήματα αυτά αποκαταστάθηκαν σύντομα (πολύ πιθανόν το 290 π.Χ.), αφού χύθηκαν μέσα στα ίδια καλούπια με τα πρωτότυπα. Τον 5ο αι. μ.Χ. η χρυσελεφάντινη Αθηνά μεταφέρθηκε από τους χριστιανούς στην Κωνσταντινούπολη. Έκτοτε χάνονται τα ίχνη της. Φαίνεται ότι βάθρο του αγάλματος δέχτηκε κάποια στιγμή ριζικές επισκευές, κατά πάσα πιθανότητα μετά από μεγάλη πυρκαγιά. Δεν αποκλείεται και το ίδιο το άγαλμα να υπέστη σοβαρές ζημιές ή ακόμη και να καταστράφηκε ολοσχερώς, παραμένει όμως άγνωστο αν – σε περίπτωση που όντως καταστράφηκε το φειδιακό πρωτότυπο – κατασκευάστηκε άλλο προς αντικατάστασή του. Δεδομένου ότι το πρωτότυπο έργο έχει πλέον χαθεί, είμαστε σε θέση να σχηματίσουμε μία εικόνα – έστω και αμυδρή – γι’ αυτό με βάση τα υπάρχοντα αντίγραφα (πρωτίστως αυτό του Βαρβακείου) και τις περιγραφές του Παυσανίου και του Πλινίου.
Η θεά παριστάνεται σε όρθια στάση, στραμμένη προς την ανατολική θύρα του Παρθενώνος, φορώντας δωρικό πέπλο με μακρύ απόπτυγμα ζωσμένο με φίδι. Το στήθος της καλύπτει η αιγίδα με το γοργόνειο, όπου συναντάμε και πάλι φίδια. Το κράνος της έχει τριπλό λοφίο, του οποίου το μεσαίο τμήμα απολήγει σε Σφίγγα και στα δύο πλαϊνά σε μορφές φτερωτών αλόγων (πήγασοι). Στο δεξιό της χέρι, που στηριζόταν είτε στο ιερό της φίδι είτε σε κίονα, κρατάει φτερωτή Νίκη. Με το αριστερό της κρατά δόρυ και στηρίζει την άντυγα της ασπίδας της, που φέρει ως επίσημα γοργόνειο ενώ φίδι, ο Εριχθόνιος, περιελίσσεται στο εσωτερικό τμήμα της.
Το εσωτερικό της ασπίδας διακοσμούσε ανάγλυφη ή ζωγραφική (πάνω σε δέρμα) παράσταση Γιγαντομαχίας (σύγκρουση θεών και Γιγάντων), στο δέ εξωτερικό της απεικονιζόταν επίσης σε ανάγλυφο Αμαζονομαχία (αγώνας των Αθηναίων εναντίον των Αμαζόνων). Σύμφωνα με την παράδοση, το άγαλμα πατούσε σε μνημειακή βάση ύψους 1,20μ., την οποία κοσμούσε περιμετρικά ανάγλυφη απεικόνιση του μύθου της γέννησης της Πανδώρας. Τέλος, τα τυρρηνικά σανδάλια της θεάς έφεραν παράσταση Κενταυρομαχίας (μάχη μεταξύ Λαπίθων και Κενταύρων). Μπροστά από το άγαλμα υπήρχε δεξαμενή νερού για την διατήρηση της υγρασίας του ελεφαντόδοντου.
Πέρα από τις σπουδαίες καλλιτεχνικές του αρετές, το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου, η οποία παρουσιάζεται πολυδιάστατη και πολυσήμαντη με τα σύμβολα και τις διάφορες λειτουργίες της, συμπυκνώνει κατά τον καλύτερο τρόπο τις αρχές του αθηναϊκού κράτους και τις θέσεις της αθηναϊκής πολιτικής στην πιό λαμπρή και ένδοξη φάση της ιστορίας της πόλης.